Τρίτη 27 Δεκεμβρίου 2011

Τενοντοθυλακίτις

Τενοντοθυλακίτις

Η φλεγμονή των θυλάκων (ελύτρων) των τενόντων του χεριού οφείλεται κι αυτή σε υπερκόπωση. Σ’ αυτή την περίπτωση όχι από υπερβολικά δυναμικές κινήσεις μοχλού και ισχυρά χτυπήματα αλλά μάλλον από μικρές, συνεχείς σπασμωδικές κινήσεις, όπως στο μανιώδες πλέξιμο ή στο πληκτρολόγιο. Και εδώ δεν είναι η εργασία καθαυτή αλλά ο σπασμωδικός τρόπος εκτέλεσης της, που δημιουργεί το πρόβλημα. Φυσικά το πλέξιμο μπορεί να δρα χαλαρωτικά. Όποιος όμως ισχυρίζεται ότι χαλαρώνει, προκαλώντας συγχρόνως την τενοντοθυλακίτιδα, δείχνει πως δεν έχει συνειδητοποιήσει τη σπασμωδικότητα του. Ανάμεσα στους πόντους έχει μυστικά παρεισφρύσει κάτι , διόλου χαλαρωτικό. Ίσως κάποιος πρέπει να μπλέξει στα δίχτυα, όπως η μύγα στον ιστό της αράχνης. Ένα κίνητρο τόσο μοιραίο, μπορεί να αφαιρέσει κάθε χαλαρότητα από την πιο χαλαρή δραστηριότητα. Η μη συνειδητοποιημένη σύγκρουση , ξεσπά τότε στο έλυτρο του τένοντα, από το οποίο δεν εξαρτάται το παν, οπωσδήποτε όμως, ολόκληρη η δύναμη των μυών. Αντί να μεταβιβάσουν αδιαμαρτύρητα τη δύναμη, τα έλυτρα δημιουργούν πρόβλημα και εξαναγκάζουν, μέσα από κραυγές πόνου, σε διάλλειμα ξεκούρασης, γι’ αυτά και τον κάτοχο τους. Κάθε θεραπεία απαιτεί την ανάπαυση, είτε με έγκαιρη λογική, είτε αργότερα με γύψινο νάρθηκα.

Ωστόσο το (συγκαλυμμένο) μάθημα μόνον εκ πρώτης όψεως επιβάλλει ανάπαυση. Μέσα απ’αυτήν θα πρέπει να συνειδητοποιηθεί η επώδυνη κατάσταση. Οι ασθενείς θα πρέπει να συνειδητοποιήσουν ποια είναι η δραστηριότητα τους, ώστε να αναγνωρίσουν τη βαθύτερη έννοια της και τους στόχους που συναρτώνται μ’ αυτήν. Σε κάθε σπασμωδικότητα, αναγνωρίζουμε μιαν αντίσταση. Οφείλουμε να ανακαλύψουμε εναντίον τίνος εγείρεται η αντίσταση. Η ισχυρή τριβή που προκαλεί η αντίσταση, γίνεται αισθητή και σχεδόν ακουστή στην αίσθηση τριβής μιας τενοντοθυλακίτιδας σε πλήρη έξαρση. Ο τένων σχεδόν «τρίζει» από έξαρση και πόνο μέσα στο έλυτρο του, η ευκαμψία του έχει γίνει κοπιαστική και πεισματική. Κάθε τέτοια φλεγμονή χρειάζεται και μια γερή μερίδα πείσματος. Πρέπει δηλαδή κανείς να σφίξει τα δόντια του δυνατά, για να αγνοήσει τα αισθητά προειδοποιητικά σήματα, και να συνεχίσει τον «αγώνα» του μέχρις ότου, επιτέλους φθάσει στην πλήρη έξαρση της νόσου.

Τα πραγματικά αίτια μπορεί να διαφέρουν: δεν είναι φυσικά πάντοτε το πουλόβερ που πρέπει να τελειώσει γρήγορα. Απλώς το πουλόβερ είναι αντιπροσωπευτικό παράδειγμα, γιατί εκφράζει τη σύγκρουση ανάμεσα στην ενσυνείδητη αντίσταση κατά του αδιαπέρατου ιστού. Τα τενόντια έλυτρα μπορούν να πάθουν φλεγμονή κι από άλλα τεχνήματα χεριών, όπως η δακτυλογράφηση. Το κοινό χαρακτηριστικό των εργασιών αυτών είναι η μονοτονία των κινήσεων, που δεν είναι από μόνες τους κουραστικές ή απαιτητικές, και η ανομολόγητη αντίσταση, που σωματοποιείται και συγχρόνως κρύβεται στα έλυτρα.

Δεν είναι κάποια μεγάλη, επικίνδυνη αντίσταση που έχει την τάση να χτυπά - γιατί διαφορετικά, η φλεγμονή θα έπρεπε να εντοπιστεί μάλλον στους μύες του βραχίονα – αλλά μια μόνιμη, καλά κρυμμένη (στα έλυτρα), μεταφορικά πίσω από ορθολογισμούς, όπως «μα το κάνω με τόση ευχαρίστηση γι’αυτόν (ή για τα παιδιά) και με αγάπη». Είναι βέβαια δυνατόν, αλλά δύσκολο, να κάνει κανείς από αγάπη μια μονότονη εργασία που δε χαροποιεί και που αφήνει ανικανοποίητη την καρδιά. Το να κάνεις κάτι θανάσιμα βαρετό από αφοσίωση, είναι σχεδόν αδύνατο, αν υπάρχει τελολογική σκέψη (σκοπός). Συμβαίνει μονάχα από αφοσίωση της στιγμής, που ανήκει σε ένα τελετουργικό.

Το πρόβλημα είναι σαφέστατο, όταν το σύμπτωμα ξεσπά στη διάρκεια δραστηριοτήτων που δεν χαίρουν γενικής εκτίμησης. Π.χ. η έκφραση «το έραψε μόνη της» είναι συνώνυμη μιας ενάρετης, ελλιπούς κομψότητας, και δεν απορεί κανείς που δεν προκαλεί βαθιά ικανοποίηση. Όποιος δακτυλογραφεί κείμενα που έγραψε κάποιος άλλος, χρειάζεται να ταυτιστεί βαθιά με το πρόσωπο αυτό, ώστε να νοιώσει καλά με την αποξενωμένη αυτή εργασία. Πολύ συχνά σε τέτοιου είδους εργασίες αναπτύσσονται αντιστάσεις, που υποσκάπτουν κάθε κίνητρο. Αντί λοιπόν να συνεχίσει όπως μέχρι τώρα, καλύτερα να αποφασίσει να προλάβει τη φλεγμονή, ξεκαθαρίζοντας τη σχέση του με την εργασία αυτή, κάνοντας ίσως διάλειμμα (πριν από το γύψο), αλλάζοντας δουλειά ή αλλάζοντας τον τρόπο αντιμετώπισης της.

Ερωτήσεις
1. Τ λέει η καρδιά μου για τη δουλειά αυτή;
2. Ποιους (σπασμωδικούς) στόχους επιζητώ κρυφά με τη δουλειά μου; Ποιο κίνητρο συμπλέκει ή συνδακτυλογραφεί στο βάθος;
3. Με πόσο πείσμα επιδιώκω τους κρυφούς στόχους μου;
4. Τι κρυφές αντιστάσεις έχω ενάντια στην εργασία μου; Από που προέρχεται η αντίσταση μου, ποιο το πραγματικό της αντικείμενο;
5. Κατά πόσον η αντίσταση μου έχει σχέση με τη γενικότερη αξιολόγηση της εργασίας μου; Μήπως δεν τολμώ να αναλάβω περισσότερες και απαιτητικότερες δραστηριότητες;
6. Ποια η σχέση μου με τη μονοτονία; Βλέπω σ’αυτή μόνο την ατονία ή και την τελετουργική διάσταση;

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου